Σε ένα μικρό λιμάνι, κάθε αυγή η Μαρία περίμενε τον Αντρέα, τον ναυτικό
που"Το λιμάνι είναι άδειο χωρίς εσένα". της είχε κλέψει την καρδιά. Ο Αντρέας έλειπε μήνες στη θάλασσα, μα κάθε φορά που έπιανε στεριά, τα μάτια του έψαχναν μόνο εκείνη.
Μια μέρα, καθώς το καράβι του έδεσε, ο ήλιος ανέτειλε πίσω από τα βουνά. Την είδε, όπως πάντα, να τον περιμένει δίπλα στο φάρο. Έτρεξε κοντά της, η καρδιά του χτυπούσε δυνατά. "Μαρία, δεν αντέχω άλλο μακριά σου", της είπε, παίρνοντάς την αγκαλιά. "Θέλω να μείνω εδώ, κοντά σου".
Η Μαρία, με δάκρυα
χαράς, τον φίλησε απαλά. "Κι εγώ σε
περίμενα τόσο καιρό", του ψιθύρισε.
"Το λιμάνι είναι άδειο χωρίς εσένα".
Από εκείνη την ημέρα, ο Αντρέας έπαψε να ταξιδεύει. Το λιμάνι έγινε το σπίτι τους, και η αγάπη τους άνθισε, όπως τα κύματα που χάιδευαν τις ακτές.
Υ.Γ.«Το παρόν αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας. Τα πρόσωπα, τα ονόματα και οι καταστάσεις είναι φανταστικά και οποιαδήποτε ομοιότητα είναι συμπτωματική και δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα».
άφησε και ενα σχολιο!