Ο μαστρο-Σάκης, ο πρώτος μηχανικός του M/V Florenz, δεν ήταν ένας απλός άνθρωπος. Ήταν εκείνος που μπορούσε να κάνει τα αδύνατα δυνατά, εκείνος που ήξερε κάθε βίδα, κάθε σωλήνα και κάθε ήχο της μηχανής του καραβιού του,το ηξερε σαν την τσεπη του,(ηταν βλεπεις 5 χρονια στο ιδιο καραβι). Κανείς στο πλήρωμα δεν ήξερε τις μηχανές όπως αυτός. Ήταν ο «καπετάνιος» του μηχανοστασίου, κι αυτό το ήξεραν όλοι.
Ήταν η 14τη φορά που το M/V Florenz έπιανε Ντουάλα στο Καμερούν, ένα λιμάνι επικίνδυνο για όσους δεν ήξεραν τους κανόνες του παιχνιδιού. Εκείνο το ταξίδι, όμως, θα ήταν διαφορετικό. Το πλοίο ήταν γεμάτο εμπόρευμα,(θα ξεφορτωνε και θα φορτωνε κορμους ξυλων) και οι μηχανές, παρόλο που πάντα έδειχναν δυνατές, έβγαζαν από καιρό σε καιρό έναν παράξενο ήχο που δεν άρεσε στον μαστρο-Σάκη. Είχε προειδοποιήσει τον καπετάνιο πως «οι μηχανές μας έχουν μια παράξενη μυρωδιά τον τελευταίο καιρό». Αλλά ο καπετάνιος πίστευε ότι όλα θα πήγαιναν καλά.
Όμως, εκείνη την ημέρα στην Ντουάλα, τα πράγματα δεν πήγαν καλά. Το “Florenz” βρέθηκε ξαφνικά χωρίς μηχανές, ακυβέρνητο στα ανοιχτά του λιμανιού. Η καταιγίδα που είχε φανεί στον ορίζοντα πλησίαζε επικίνδυνα, και το πλοίο κινδύνευε να παρασυρθεί σε ύφαλους ή, χειρότερα, να βγει στα ρηχά. Ο καπετάνιος είχε αρχίσει να χάνει την ψυχραιμία του, ενώ το πλήρωμα κοιτούσε με φόβο. Μόνο ένας άντρας παρέμεινε ατάραχος: ο μαστρο-Σάκης.
Κατέβηκε στο μηχανοστάσιο,μαζι του ειχε και τον δευτερο μηχ.εναν τριτο,και τον γκανεζο λαδα τον Σαμουελ, εκεί όπου η θερμοκρασία έφτανε στους 50 βαθμούς και τα μηχανήματα ανέδιδαν ένα θόρυβο που έμοιαζε με ουρλιαχτό. Ο αέρας μύριζε καμένο λάδι, κι ο χώρος ήταν πνιγμένος στον καπνό. Κανείς άλλος δεν τολμούσε να πλησιάσει, μα ο μαστρο Σάκης δεν είχε χρόνο για δισταγμούς.Επιασε τα εργαλεία του και άρχισε να εργάζεται με το ίδιο σθένος που τον χαρακτήριζε πάντα.
Τα χέρια του κινούνταν με την ακρίβεια ενός χειρουργού, και το μυαλό του ήταν εστιασμένο στο ένα πράγμα που ήξερε καλύτερα από οποιονδήποτε: πώς να κάνει τις μηχανές να λειτουργήσουν.Ο ιδρώτας έσταζε από το μέτωπό του, αλλά ο Σάκης δεν σταματούσε. Ήξερε ότι η ζωή του πληρώματος κρεμόταν από μια λεπτή κλωστή, κι αυτή η κλωστή ήταν το δικό του χέρι.
Μία ώρα αργότερα, οι μηχανές ξύπνησαν ξαφνικά. Ο θόρυβος τους ήταν μουσική στα αυτιά του πληρώματος. Ο καπετάνιος, που στεκόταν στην κονσολα της γεφυρας, ανακουφίστηκε βλέποντας τους δείκτες να ανεβαίνουν και το πλοίο να ξαναπαίρνει μπρος. Ο μαστρο-Σάκης είχε σώσει το “Florenz”, και μαζί με αυτό, τις ζωές όλων όσων βρίσκονταν πάνω του.
Όταν ο μαστροΣάκης ανέβηκε από το μηχανοστάσιο, γεμάτος λαδια και κουρασμένος, όλοι τον κοίταξαν με σεβασμό. Ήταν ο άνθρωπος που ήξερε ότι, όταν όλα πήγαιναν στραβά, αυτός θα τα έβαζε στη θέση τους. Ο καπετάνιος τον πλησίασε, του έδωσε το χέρι και του είπε με χαμόγελο: «Αν δεν ήσουν εσύ, μαστρο-Σάκη, σήμερα θα είχαμε χαθεί».
Εκείνος χαμογέλασε ελαφρά, χωρίς να πει πολλά. Δεν χρειαζόταν. Τα έργα του μιλούσαν πάντα πιο δυνατά από τα λόγια του. Στην Ντουάλα, τα ονόματα περνούν γρήγορα από στόμα σε στόμα, κι ο θρύλος του μαστρο-Σάκη εξαπλώθηκε με τον άνεμο. Τον αποκαλούσαν πλέον «Sakis l'Africain!!le dompteur de machines!!», ένας άνθρωπος που δεν φοβόταν τίποτα και κανέναν, παρά μόνο τη σιωπή της μηχανής του. Και από εκείνη την ημέρα, κάθε φορά που το “Florenz” έπιανε λιμάνι, οι λιμενεργάτες και οι ναυτικοί χαιρετούσαν με σεβασμό τον μαστρο-Σάκη, τον ανθρωπο που δεν λύγισε ποτέ μπροστά στην απειλή της θάλασσας.
Υ.Γ.«Το παρόν αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας. Τα πρόσωπα, τα ονόματα και οι καταστάσεις είναι φανταστικά και οποιαδήποτε ομοιότητα είναι συμπτωματική και δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα».
άφησε και ενα σχολιο!